Πλάτων και Ψυχανάλυση του Α.Αποστολου
Μπορούμε να διαβάσουμε τον Πλάτωνα με τα εργαλεία της ψυχανάλυσης; Φυσικά και μπορούμε, επειδή στον Πλάτωνα υπάρχουν ιδέες που μπορούν να λειτουργήσουν ως εισαγωγή στην ψυχανάλυση. Ο Σίγκμουντ Φρόυντ ήταν αυτός που χρησιμοποίησε τον ελληνικό μύθο του Οιδίποδα εισάγοντας το αντίστοιχο σύμπλεγμα, το οποίο εκδηλώνεται με την αγάπη του παιδιού για τον γονέα του αντίθετου φύλου ενώ ο γονέας του ίδιου φύλου, που βιώνεται ως αντίπαλος, δημιουργεί εχθρικά συναισθήματα. Το σύμπλεγμα εμφανίζεται ως η κορωνίδα της βρεφικής σεξουαλικότητας, όταν το παιδί δηλαδή αντιλαμβάνεται το γεγονός ότι οι γονείς έχουν μια σχέση που υπήρχε πριν από τη γέννησή του, την οποία συνειδητά και ασυνείδητα φαντασιώθηκε (βλ. Εγκυκλοπαίδεια Treccani). Ο περισσότερο ή λιγότερο πετυχημένος τρόπος αντιμετώπισης του συμπλέγματος εξαρτάται από την ανάπτυξη των προηγούμενων εξελικτικών σταδίων και από το πώς οι δύο γονείς χτίζουν τη σχέση μεταξύ τους αλλά και με τα παιδιά τους
Τον μύθο του Οιδίποδα τον συναντάμε κατ’ αρχήν στην Ιλιάδα ( XIII vv 678-680) αλλά και στην Οδύσσεια ( vv 271-280), δεν εξελίσσεται όμως με τον ίδιο τρόπο όπως στον Σοφοκλή και στον Φρόυντ. Σε ότι αφορά στο μύθο του Οιδίποδα, ο Πλάτωνας είναι πιο προσεκτικός, ενώ ο Αριστοτέλης εξετάζει περισσότερο την τεχνική της συγκεκριμένης τραγωδίας (βλέπε: V.Berard Odyssis Coll.des Univ.de France τόμος, II, pp, 93-94).
Ο Αριστοφάνης ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε τον μύθο του Οιδίποδα ως παρασήμανση της σεξουαλικής έλξης. Εξήγησε, σχεδόν όπως ο Φρόιντ, την διαδικασία ωρίμανσης του παιδιού μέσω της ταύτισης του με τον γονέα του φύλου του καθώς και την επιθυμία προς τον γονέα του αντίθετου φύλου: «Τί είναι αυτό που θέλετε να κερδίσετε, άνθρωποι, και να εξασφαλίσετε με την μεταξύ σας επαφή»; Και αν δεν ήξεραν τι να πουν και τους ξαναρωτούσε: «Μήπως επιθυμείτε αυτό, να βρίσκεστε δηλαδή στο ίδιο μέρος όσο γίνεται πιο πολύ μεταξύ σας, ώστε να μην αποχωρίζεστε ούτε μέρα ούτε νύχτα; Αν λοιπόν αυτό επιθυμείτε, έχω τη βούληση να σας καταψύξω και να σας εμφυσήσω μια ύπαρξη, ώστε από δυο να γίνετε ένας και, όσο ζείτε, να ζείτε από κοινού, σαν να επρόκειτο για ένα άτομο και όταν πεθάνετε, εκεί στον Άδη, αντί για δυο, να πρόκειται για μια ύπαρξη, εφόσον και οι δυο ταυτόχρονα απεβίωσαν. Προσέξτε λοιπόν, αν αυτό αγαπάτε και σας είναι αρκετό, είμαι έτοιμος να σας το προσφέρω» (Συμπόσιο, 192d-192e).
Το Υπερεγώ, ο όρος με τον οποίο ο Φρόυντ, στη δεύτερη θεωρία του, προσδιορίζει μία από τις τρεις όψεις της προσωπικότητας, είναι ο μεσολαβητής μεταξύ του Αυτού και του Εγώ, επιβάλλοντας τα αυστηρότερα ηθικά κριτήρια στο εγώ, δηλαδή μας κάνει να σκεφτόμαστε για το λάθος ή το μη-ηθικό πριν αναλάβουμε δράση. Σύμφωνα με τον Φρόιντ, το Υπερεγώ είναι το «ίζημα» της αρχαίας εικόνας των γονέων, η έκφραση του θαυμασμού του παιδιού προς τους γονείς, τους οποίους στη συνέχεια τους θεωρεί τέλεια όντα. Το Υπερεγώ είναι το σύνολο των κοινωνικών απαγορεύσεων- που τους αντιλαμβάνεται η ψυχή ως περιορισμό και εμπόδιο στην ικανοποίηση των επιθυμιών - ένα σύστημα λογοκρισίας που ρυθμίζει τη μετάβαση από το Αυτό στο Εγώ. (βλ. Εγκυκλοπαίδεια Treccani.) Αντιπροσωπεύει αυτό που μπορεί να ονομαστεί ηθική συνείδηση, ένα είδος ηθικής λογοκρισίας που κρίνει τις ενστικτώδεις πράξεις και επιθυμίες του ανθρώπου. Το Υπερεγώ γεννιέται στο παιδί (αρχικά απαλλαγμένο από οποιαδήποτε ηθική αρχή) ως αποτέλεσμα της ικανότητας επιβολής όρων από την πλευρά των γονέων.
Η ηθική συνείδηση είναι ένα άλλο όνομα του Υπερεγώ, σύμφωνα με τον P. Ricoeur, και η οποία αναφέρεται στις ταυτοποιήσεις με γονικές και προγονικές μορφές. Η ψυχανάλυση αγγίζει , αλλά κάτω από μια επιστημονική χροιά, πολλές λαϊκές πεποιθήσεις σύμφωνα με τις οποίες η φωνή των προγόνων συνεχίζει να μεταδίδεται μεταξύ των ζωντανών και έτσι να διασφαλίζει, όχι μόνο τη μετάδοση της σοφίας, αλλά και την εσωτερίκευσή της σε κάθε στάδιο της ύπαρξης. Αυτή η διάσταση, που μπορεί να ονομαστεί γενεαλογική, είναι αναμφισβήτητη συνιστώσα του φαινομένου της διαταγής περισσότερο από αυτή του χρέους. Μπορεί εδώ να αντιταχθεί βέβαια, ότι αυτή η νόμιμη κατά τ’ άλλα εξήγηση, δεν εξαντλεί την περιγραφή του φαινόμενου της διαταγής και ακόμη λιγότερο, εκείνη του χρέους. Ο εαυτός σε αρχικό πλαίσιο, ως δομή, ενέχει το Υπερεγώ και συμπεριλαμβάνει την εσωτερίκευση των προγονικών φωνών. Ωστόσο για τον Φρόιντ κάτι τέτοιο θα αποτελούσε αδιανόητη λειτουργία και αυτό γιατί το Εγώ έχει ρόλο ενδιάμεσου ή καλύτερα διαμεσολαβητή μεταξύ των άλλων δύο – του Αυτού και του Υπερεγώ, το οποίο, όπως ξέρουμε, εκφράζει την εξωτερική πραγματικότητα ή καταλληλόλητα και επηρεάζεται από την εκφορά της προσταγής` επιπλέον φαίνεται να αποτελεί την προϋπόθεση του εμπειρικού φαινομένου της ταυτοποίησης απέχοντας όμως πολύ από την κατοχή της διαφάνειας που του αποδίδεται με μεγάλη ευκολία. Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τον P. Ricoeur, το γενετικό μοντέλο της συνείδησης κρύβει ένα ακόμη πιο ανεξέλεγκτο αίνιγμα, αυτό της φιγούρας του προγόνου, που ξεπερνάει αυτή των καλών και των κακών γονέων, και που πυροδοτεί ένα ατελείωτο κίνημα παλινδρόμησης με αποτέλεσμα ο πρόγονος -Άλλος να χάνει σταδιακά και από γενιά σε γενιά την αρχική του οικεία υπόσταση. Ο πρόγονος εξαιρείται από το καθεστώς αναπαράστασης, όπως επιβεβαιώνει η παρουσία του στο μύθο και στη λατρεία, δημιουργώντας έτσι το χρέος της ένωσης των ζωντανών με τους νεκρούς. Αυτή η συνθήκη αντανακλά τον φαύλο κύκλο μέσα στον οποίο τελικά περιπλανιόμαστε: από πού αντλεί ο πρόγονος την εξουσία του λόγου του αν όχι από τον φερόμενο προνομιούχο σύνδεσμό του με το Νόμο, και πως αυτός ο νόμος ανακαλείται; Έτσι, η διαταγή προηγείται μέσω του προγόνου (ο πρόγονος ως γενεαλογική μορφή του «Άλλου»). Αυτό που μόλις είπαμε για το Φροϋδικό Υπερεγώ, ως τον «Λόγο» των προγόνων, το ανιχνεύουμε στον Πλάτωνα όταν γράφει: «παῖδες ᾿Αρίστωνος, κλεινοῦ θεῖον γένος ἀνδρός» (παιδιά του Αρίστωνα από θεϊκή γενιά). Αυτή η ρήση σηματοδοτεί το Υπερεγώ στον Πλάτωνα.
Σε μια επιστολή προς τον Fliess, με ημερομηνία 15 Οκτωβρίου 1897, ο Φρόυντ εισάγει την έννοια του Οιδιπόδειου συμπλέγματος: σεξουαλική επιθυμία για τον γονέα του αντίθετου φύλου και εχθρότητα απέναντι σε αυτόν του ίδιου φύλου, καταδεικνύοντας έτσι την παιδική προέλευση εκείνων των ασυνείδητων επιθυμιών που εποικίζουν τα όνειρα. Το όνειρο, σύμφωνα με τον Φρόυντ, είναι σίγουρα μια από τις πιο σημαντικές εκδηλώσεις της ασυνείδητης ζωής. Ο Φρόυντ θεωρεί το όνειρο ως το πιο αποτελεσματικό εργαλείο για την παρατήρηση των φαντασιώσεων που έχουν απωθηθεί από τη συνείδηση τόσο του ίδιου όσο και των ασθενών. Στην «Εισαγωγή στην Ψυχανάλυση» γράφει: «Στην εποχή που θα μπορούσαμε να την ορίσουμε ως προεπιστημονική, οι άνθρωποι δεν είχαν δυσκολία να εξηγήσουν ένα όνειρο. Όταν το ανακαλούσαν στην μνήμη τους κατά την αφύπνιση, τους φαινόταν ως μια κακοήθης ή καλοήθης εκδήλωση ανώτερων, δαιμονικών ή θεϊκών δυνάμεων. Με την άνθηση της νατουραλιστικής σκέψης όλη αυτή η έξυπνη μυθολογία μετατράπηκε σε ψυχολογία, και σήμερα μόνο μια μειονότητα μορφωμένων ανθρώπων αμφισβητεί ότι το όνειρο είναι η εκδήλωση της περίεργης ψυχικής λειτουργίας του ονειρευόμενου ». (S. Freud, "Εισαγωγή στην ψυχανάλυση", 1915-1917). Στην αρχαία ελληνική κουλτούρα υπάρχουν μικτά όνειρα (συγκρασιακά) και όνειρα φαντασμάτων. Στον Πλάτωνα συναντάμε δύο τύπους ονείρων: τα όνειρα που έχουν προληπτικό χαρακτήρα, «όναρ» ( για παράδειγμα το όνειρο του Σωκράτη στη φυλακή όπου ονειρεύτηκε μια όμορφη γυναίκα, ντυμένη στα λευκά που του είπε «την τρίτη μέρα θα φτάσετε στη εύφορη Φθία» (Κρίτων 44 Β2) και τα όνειρα που υπαινίσσονται τις Ιδέες (ονειρώττω), τη θεωρία της ανάμνησης ή Σωκρατική «αναμνησία» (το βλέπουμε στο Συμπόσιο στον διάλογο μεταξύ Σωκράτη και Αγάθωνα όπου η γνώση του Αγάθωνα μετασχηματίζεται σε ονειρική εμπειρία (v. A. J. Festugiere Comteplation et vie contemplative selon Platon, Vrin, 1936, p, 79). Έτσι το όνειρο είναι το επιφαινόμενο της συνειδησιακής ανάδυσης. Διότι, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, ο ονειρευόμενος βιώνει το όνειρό του: "να λοιπόν που το όνειρό μας βγήκε αληθινό" (Πολιτεία 4, 443b). Το διαυγές όνειρο είναι μια εμπειρία που φαίνεται να χαρακτηρίζεται ως αποκλειστικά διανοητική.
Επίσης στο Συμπόσιο έχουμε τη διάσημη μυθική διήγηση του Αριστοφάνη που αφηγείται την αρχικά σφαιρική φύση του ανθρώπου. Σύμφωνα με αυτή τη διάσημη ιστορία, η μορφή κάθε ανθρώπου ήταν σφαιρική στο σύνολό της, με την πλάτη και τις πλευρές σε σχήμα κύκλων. Οι άνθρωποι, που ήταν τρομεροί σε δύναμη και σθένος, επιτέθηκαν στους θεούς μέχρι που ο Δίας αποφάσισε να τιμωρήσει την αλαζονεία τους κόβοντας τους στα δύο. Αφού η αρχική ανθρώπινη φύση χωρίστηκε στα δύο, κάθε μισό, λαχταρούσε για το άλλο μισό που ήταν δικό του, αναζητώντας να ενωθεί με αυτό. Έτσι τυλίγοντας τα χέρια τους μεταξύ τους, αγκαλιάστηκαν σφικτά επιθυμώντας να συγχωνευτούν, όμως, πέθαναν τελικά από πείνα και αδράνεια επειδή ο καθένας δεν ήθελε να κάνει τίποτα χωρίς τον άλλο. Σύμφωνα με τον Lacan στο Σεμινάριο XI, το ζήτημα ακριβώς είναι η επιμονή του Πλάτωνα στο σφαιρικό σχήμα και στην επακόλουθη συντηρητική ιδεολογία. Η σφαίρα, λέει ο Λακάν, είναι πλήρης, είναι ισχυρή, είναι ευτυχισμένη, αγαπάει τον εαυτό της, και πάνω απ’ 'όλα δεν έχει ανάγκη ούτε από μάτια ούτε από αυτιά, διότι εξ ορισμού δηλώνει τον εγκιβωτισμό όλων όσα μπορούν να υπάρξουν. Έτσι ο Lacan εισάγει την έννοια του «συσπειρωτικού ελάσματος» ενώ ο Φρόυντ δίνει σ’ αυτή τη διάσημη μυθική ιστορία τον ορισμό Bṛhadāraṇyaka. Η σφαίρα του Αριστοφάνη και η Bṛhadāraṇyaka έχουν την ίδια μυθολογική παραβολή, λέει ο Φρόιντ: ο άνθρωπος και ο κόσμος είναι μαζί σαν ένα αυγό. Ο Φρόυντ επηρεάστηκε σε αυτό το σημείο από τον Gomperz (βλ. H. Gomperz Die indische Theosophie vom geschilichen Standpunkt gemeinverstandlich dargestellt, Jena, Diederichs, 1925).
Διαπιστώνουμε επομένως ότι στον Πλάτωνα είναι παρούσες πολλές θεμελιώδεις έννοιες της ψυχαναλυτικής σκέψης.
Απόστολος Αποστόλου
Ilpopoloveneto.it
Μετάφραση Μ.Χ.