Oedipal Anxiety
Κάθε περιγραφή μας για τον κόσμο, μας λέει ο Heidegger, περιέχει μια ερμηνευτική που προέρχεται από την εμπειρία. Κάθε απόπειρα περιγραφής με την έννοια της αφήγησης γεγονότων που είναι ελεύθερα από ερμηνευτικές δομές, είναι μια ψευδαίσθηση. Η ιδέα της αντικειμενικότητας είναι μια ερμηνευτική κατασκευή, μια απόφανση του λόγου κατά τον Αριστοτέλη, που “δείχνει αυτό που εκφέρει”. Ανάμεσα στη σκέψη και στην πραγματικότητα παρεμβάλλεται ο λόγος που εκφέρεται με φωνήεντα-σύμφωνα, η γλώσσα δηλαδή, που κατασκευάζει τα νοήματα, που δημιουργεί την δική της πραγματικότητα. Ο Wittgenstein έγραψε ότι αυτός ο κόσμος δεν αποτελείται από πράγματα αλλά από γεγονότα που φορτίζονται από λέξεις.
Για τον Ντεριντά η γλώσσα ή τα “κείμενα” δεν αντανακλούν τη φυσική δομή του κόσμου, αλλά του δίνουν μια ερμηνεία, ερμηνεία μέσα από τον λογοκεντρισμό: “...ακόμη και ότι βιώνουμε καθορίζεται από τους τρόπους με τους οποίους ότι θεωρείται αληθινό κατασκευάζεται ως τέτοιο”. Αυτό αναφέρεται στους τρόπους αντίληψης, διάκρισης, σύστασης, ορισμού και παραγωγής ή “εφεύρεσης” αντικειμένων.
Ο τρόπος που ερμηνεύουμε τα πράγματα έχει ένα πολιτιστικό και πολιτικό περιεχόμενο. Αυτός είναι και ο λόγος που Ντεριντά επέμενε και υπερασπίστηκε την πολυμορφία και την πολυσυνθετότητα, αρνούμενος την ιδέα της απλοϊκότητας, της ενότητας, της ταυτότητας ή της ομοφωνίας: “Ο Ντεριντά εκτιμούσε την αποδομητική επανερμηνεία ως ένα είδος πολιτικής ανάγνωσης συνεπούς μη-εφαρμογής...ως μια επανεξέταση ενάντια στην τρέχουσα αποκατάσταση, ενάντια στον φιλοσοφικό ή θεωρητικό νεοκονφορμισμό γενικά
(και ας μην αναφέρουμε την λογοτεχνία) που ισοπεδώνει και “οριζοντιώνει” τα πάντα γύρω μας.”( Derrida, 1998b:45-6)
Η γλώσσα δημιουργεί τα νοήματα, την αφήγηση, που με τη σειρά της εισάγει και παρουσιάζει τα νοήματα αυτά στις κοινωνικές ομάδες, στα υποκείμενα τα συνδεόμενα μεταξύ τους με μια συγκεκριμένη κουλτούρα: “Μια από τις ισχυρότερες και πιο συχνές μορφές διαλόγου στην ανθρώπινη επικοινωνία είναι η αφήγηση”
Η εξουσία, η επιστήμη, η ψυχανάλυση χρησιμοποίησαν τις μεγάλες αφηγήσεις για να συστήσουν θεσμούς αλλά και τακτικές χειραγώγησης, περιθωριοποίησης και μεθοδεύσεις ανισότητας – ο τρόπος νομιμοποίησης μέσω της προνομιούχας βούλησης, λέει ο Lyotard. Η ψυχανάλυση αλλά και η ψυχοθεραπεία με τις μετα-αφηγήσεις διατήρησαν τις κοινωνικές δομές ανισότητας μέσα από το τι είναι ή τι δεν είναι παθολογικό και ενίσχυσαν τις κατασταλτικές σχέσεις εξουσίας (Foucault, 1988). Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Φροϋδικό “άγχος ευνουχισμού” του μικρού κοριτσιού στη θέα του πέους του μικρού αγοριού το οποίο το κορίτσι αναγνωρίζει ως ανώτερο σε σχέση με το δικό της γεννητικό όργανο. Έτσι η ιεράρχηση άντρας/γυναίκα γίνεται τυπική της σοβινιστικής οικονομίας του πολιτισμού μας.